Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2007

Τόσο μέσα από τα λεγόμενα της κυρίας Ευσταθίας όσο και μέσα από τις φωτογραφίες που τραβήξαμε και μέσα από τη μελέτη τους, διαπιστώσαμε μια παράξενη σχέση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού χώρου. Αυτό φαίνεται ακόμα και από την περίοδο που τα κτήματα ανήκαν στην Αγία Λαύρα σύμφωνα με τα λεγόμενα της Κυρίας Ευσταθίας, εφόσον το αρχαίο κτίσμα του ρωμαϊκού υδραγωγείου δεν αντιμετωπίζονταν σαν έκθεμα και κομμάτι της ιστορίας της περιοχής αλλά ως απομεινάρια ενός αδιάφορου γι’αυτούς κτιρίου.Για το λόγο αυτό η πίσω πλευρά του τοίχου αποτελούσε μέρος του πρώτου σπιτιού της κυρίας Ευσταθίας με όλα όσα έπονταν, της επέμβασης αυτής στο αρχαίο κτίσμα. Πιο συγκεκριμένα, φαίνονταν τα απομεινάρια ανοιγμένων παραθύρων τριμμένων πλίνθων που μαρτυρούσαν την ύπαρξη πιο σύγχρονου κλειστού κτίσματος το οποίο έχει κατεδαφιστεί εδώ και χρόνια ακόμα και μαυρισμένων τμημάτων στις καμάρες, από τις φωτιές που άναβαν τόσο οι Ιταλοί, όσο και οι σημερινοί ιδιοκτήτες, που εγκατέστησαν ένα φούρνο στη θέση αυτή, που μάλιστα χρησιμοποιούσαν μέχρι σήμερα Τώρα στη θέση όλων αυτών είναι η αυλή του σπιτιού της κ. Ευσταθίας και του άντρα της και παρόλο που έχει πλέον χαρακτηριστεί και επίσημα ως αρχαιολογικός χώρος, για τους κατοίκους είναι ακόμα ένας οικείος, δικός τους χώρος στον οποίο έχουν οικειοποιηθεί, χωρίς σκοπιμότητα, και ζουν μέσα σε αυτόν οι περισσότεροι από τα παιδικά τους χρόνια, θεωρώντας το κομμάτι της καθημερινότητας τους.

Album:



Δημόσιος και ιδιωτικός χώρος


Θέλω να πω ότι μέσα στα όρια του δημόσιου και του ιδιωτικού συνυπάρχουν και λεπτότερα όρια του ημι-δημόσιου και ημι-ιδιωτικού. Ο χώρος αναπτύσσεται σύμφωνα με το πόσο συμμετέχουμε μέσα σε αυτόν και τότε είναι που τα όρια δημόσιου ή λιγότερο δημόσιου ή κοινού χώρου γίνονται περισσότερο ή λιγότερο ελαστικά. Από τη στιγμή που αφήνουμε το κατώφλι του σπιτιού μας και κατεβαίνουμε στο δρόμο της γειτονιάς μας, στους μικρούς δρόμους της πόλης, στους εσωτερικούς ή εξωτερικούς δημόσιους χώρους της πόλης μας, διαπραγματευόμαστε όρια που κατά βάθος χαρακτηρίζονται από την δραστηριότητα και μετακίνηση όλων μας.

Και αν, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης, ο κόσμος «κτίζεται» γύρω από την πράξη και τη ζωή μεταξύ μας, την κοινή ζωή των πολιτών, τότε το μεγαλύτερο βάθος ίσως τελικά βρίσκεται σε αυτό που έχουμε ήδη στα χέρια μας, σε αυτό που έχουμε κοινό. Ο κοινός χώρος είναι η περιοχή όπου ζωντανεύουν οι συζητήσεις και γίνονται το κέντρο μιας κατάστασης, η οποία σχετίζεται και με ό,τι άλλο συμβαίνει γύρω από το κέντρο αυτό, τη ζωή μέσα στην πόλη είτε σε δημόσιους είτε σε ιδιωτικούς χώρους.

Η εποχή που ζούμε θυμίζει ίσως έναν πύργο της Βαβέλ και, όπως αναφέρει και ο ιστορικός και φιλόσοφος της αρχιτεκτονικής Alberto Perez Gomez (2), το παράδειγμα αυτό εφοδιάζει την αρχιτεκτονική και τον πολιτισμό γενικότερα με μια προειδοποίηση:όπως ξέρουμε όλοι, ο πύργος δεν μπορούσε να τελειώσει. Μπερδεύοντας τους κτίστες και τις γλώσσες τους και διασκορπίζοντας τους μακριά, στα μήκη και τα πλάτη της γης, ο Θεός τους επέβαλε τη μοίρα που είχαν προσπαθήσει να αποφύγουν.

Ένας στόχος της ιστορίας είναι χωρίς αμφιβολία να δείξει ότι από μόνοι τους οι άνθρωποι στερούνται τη δύναμη να εφοδιάσουν τον εαυτό τους με ένα κέντρο. Και η ερώτησή μου είναι, μήπως το κέντρο αυτό βρίσκεται σε ό,τι έχουμε κοινό; Και μήπως το κέντρο αυτό μπορούμε να το ανακαλύψουμε διασχίζοντας όλα τα όρια από το σπίτι μας μέχρι το δημόσιο αυτό χώρο. Μήπως αυτό που έχουμε όλοι κοινό δεν περιορίζεται σε αυτό που βλέπουμε καθημερινά σε μια κοινή κουλτούρα αλλά και σε κοινούς φόβους, το φόβο της βίας, του πολέμου και της στιγμής του θανάτου μας;

Το σπίτι, ο ιδιωτικός χώρος, στις μέρες μας αποτελεί ένα καταφύγιο που μας βοηθάει να αναγνωρίσουμε την ταυτότητά μας κρατώντας τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, εργασίας και σπιτιού, αυστηρά απομονωμένα, πλησιάζοντας ίσως περισσότερο το πρότυπο της αρχαίας Ρώμης, όπου το σπίτι αποτελούσε σημαντικότερο χώρο από τον δημόσιο χώρο. Είναι όμως το σπίτι ένα καταφύγιο και χώρος που μας βοηθάει να ανακαλύψουμε την προσωπική μας ταυτότητα, ή είναι απλά ο χώρος συσσώρευσης πλούτου;

Ο καθηγητής μου Dalibor Vesely, σε μια διάλεξη πάνω σε όλα αυτά που κατά βάθος έχουμε κοινά οι άνθρωποι και οι πολιτισμοί, αναφέρει ότι ακόμα και η γλώσσα που χρησιμοποιούμε στην πιο προσωπική μας γραφή, στο ημερολόγιο μας, δεν είναι η δική μας, είναι η κοινή γλώσσα.

Θα ήθελα να τελειώσω αυτόν τον προβληματισμό με ακόμα έναν γενικότερο και ευρύτερο προβληματισμό. Μήπως τελικά αυτό που διαπραγματευόμαστε ως πραγματικά δικό μας δεν είναι και τόσο δικό μας, αλλά ανήκει σε όλους μας, ως ένα κομμάτι πολιτισμού που όλοι με κάποιο τρόπο μοιραζόμαστε;